ζέρσεϋ

ζέρσεϋ
και τζέρσεϋ, το
1. είδος πλεκτού μεταξωτού υφάσματος
2. λεπτό πλεκτό ύφασμα οποιασδήποτε ποιότητας.
[ΕΤΥΜΟΛ. Μεταφορά στην ελλ. ξεν. όρου. Πρβλ. αγγλ. jersey, από την ονομασία τού νησιού Jersey, όπου το εν λόγω ύφασμα κατασκευάστηκε για πρώτη φορά].

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Нужен реферат?

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”